Η πρόεδρος της εθνικής επιτροπής εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, κατά την καθιερωμένη ενημέρωση στο υπουργείο Υγείας, ενημέρωσε πώς ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού προσφέρει υψηλή και σταθερή ανοσία, η οποία υπερτερεί της ανοσίας που προσφέρει η φυσική νόσηση.
Όπως διευκρίνισε η ίδια, «η νόσος προσφέρει ανοσία, η οποία όμως δεν γνωρίζουμε πόσο υψηλή είναι όταν μιλάμε για ασυμπτωματικούς ασθενείς ή τα παιδιά». Ωστόσο η ίδια επισήμανε, ότι ούτε η φυσική νόσηση, ούτε τα εμβόλια προσφέρουν 100% ανοσία, καθώς αυτή εξαρτάται από την ηλικία αυτού που εμβολιάζεται, αν έχει υποκείμενα νοσήματα αλλά και από τις νεώτερες μεταλλάξεις. Πάντως, τόνισε ότι έχουμε περισσότερα δεδομένα για τη φυσική ανοσία σε σχέση με το εμβόλιο, και πρόσθεσε ότι είναι πλέον ξεκάθαρο, ότι η μία δόση εμβολίου στους 6 μήνες μετά από φυσική νόσηση, δημιουργεί συμπληρωματική ανοσία στη φυσική. Έτσι, όπως είπε, «η φυσική ανοσία συμπληρώνεται από αυτή του εμβολίου και παρέχεται στο άτομο υψηλή ανοσία, ακόμη και για τη μετάλλαξη Δ».
Αναφερόμενη σε άλλη μελέτη και στα αποτελέσματα της τρίτης δόσης με mRNA εμβόλια, τόνισε ότι συμβάλλει στην πρόληψη σοβαρών μορφών covid. Όπως ανέφερε, τα άτομα που έκαναν τρίτη δόση συγκρίθηκαν με άτομα που είχαν κάνει δυο δόσεις του εμβολίου ως προς τρεις συγκεκριμένους παράγοντες: την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο, τη σοβαρή νόσο και τον θάνατο και την αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης επτά ημέρες αφότου χορηγήθηκε. «Διαπιστώθηκε ότι με την τρίτη δόση μειώθηκε κατά 93% η πιθανότητα εισαγωγής στο νοσοκομείο, κατά 92% η σοβαρή νόσηση και νοσηλεία και κατά 81% η πιθανότητα θανάτου».
Για μια ακόμη φορά, η κυρία Θεοδωρίδου κάλεσε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί, να το πράξουν, τονίζοντας ότι «η άρνηση του εμβολιασμού δεν είναι μόνο θέμα ενημέρωσης, αλλά χρήζει παρεμβάσεων στην συμπεριφορά των ανθρώπων», κάνοντας συμπληρωματικά λόγο για κοινωνίες όπου επικρατεί η ατομικότητα και ο εγωκεντρισμός, σε σχέση με άλλες που υπάρχει ακόμα η έννοια για το σύνολο.