Οδηγός για εκπαίδευση υπερτασικών ασθενών

705

Το πρόβλημα της εκπαίδευσης όσων διαγνωσθούν με είναι ένα τεράστιο θέμα για την καθημερινότητα τους. Γιατί αν γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν η υπέρταση θα ρυθμιστεί και δεν θα σημειώνονται εγκεφαλικά, καρδιαγγειακά καθώς και προβλήματα σε νεφρούς, μάτια, άνοια και Αλτσχάιμερ

Του Γεώργιου Σ. Στεργίου (*) Καθηγητή Παθολογίας – Υπέρτασης
Κέντρο Υπέρτασης STRIDE-7 Γ’ Παθολογική Κλινική Πανεπιστήμιο Αθηνών
Νοσοκομείο Σωτηρία, Αθήνα

Γι αυτό τα εκατομμύρια των υπερτασικών (πλησιάζουν τα 3.000.000 στην Ελλάδα) ας δούνε τι χρειάζεται να προσέχουν.

Διάγνωση

Η διάγνωση της υπέρτασης βασίζεται στη διαπίστωση σταθερά αυξημένων τιμών αρτηριακής πίεσης σε μετρήσεις στο ιατρείο (συστολική 140 mmHg, ή διαστολική 90 mmHg, ή υψηλότερες τιμές) σε τουλάχιστον 2-3 επισκέψεις με τριπλές μετρήσεις κάθε φορά μετά από τουλάχιστον 5 λεπτά ηρεμίας σε καθιστή θέση.
Η διάγνωση της υπέρτασής χρειάζεται οπωσδήποτε επιβεβαίωσης με μετρήσεις της πίεσης εκτός ιατρείου, δηλαδή στο σπίτι (οδηγίες παρακάτω) ή με 24ωρη καταγραφή της πίεσης.

Κίνδυνος

Η αυξημένη αρτηριακή πίεση (υπέρταση) είναι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα. Η αρρύθμιστη υπέρταση αυξάνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο, έμφραγμα καρδιάς, καρδιακή ανεπάρκεια, νεφρική ανεπάρκεια, απόφραξη αρτηριών των ποδιών και άνοια.

Για κάθε 20 mmHg αύξησης της συστολικής (μεγάλης) πίεσης (π.χ. από 140 σε 160 mmHg), ή 10 mmHg αύξησης της διαστολικής (μικρής) πίεσης (π.χ. από 90 σε 100 mmHg), ο κίνδυνος θανάτου από έμφραγμα καρδιάς και εγκεφαλικό επεισόδιο διπλασιάζονται.
Μετά την ηλικία των 50 ετών η αύξηση της συστολικής πίεσης είναι πιο συχνή και πιο επικίνδυνη από την αύξηση της διαστολικής.

Ο κίνδυνος από την υπέρταση δεν είναι άμεσος, δηλαδή τη στιγμή που αυξάνεται η πίεση, αλλά μακροχρόνιος μέσω σκλήρυνσης του τοιχώματος των αρτηριών (αθηρωμάτωσης), με αποτέλεσμα τη θρόμβωση και απόφραξή τους που προκαλούν τα καρδιαγγειακά επεισόδια (έμφραγμα και εγκεφαλικό).
Αιτιολογία

Πάνω από το 90% των υπερτασικών ατόμων πάσχουν από τη λεγόμενη ‘ιδιοπαθή’ υπέρταση της οποίας η αιτιολογία είναι ασαφής, αλλά με ισχυρό ρόλο κληρονομικών παραγόντων (υπέρταση στους γονείς). Περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως παχυσαρκία, καθιστική ζωή, κακή διατροφή, κλπ, επίσης συμβάλουν στην εμφάνιση ιδιοπαθούς υπέρτασης
Σε λίγες περιπτώσεις η υπέρταση μπορεί να οφείλεται σε συγκεκριμένα νοσήματα (δευτεροπαθής υπέρταση), όπως π.χ. στένωση νεφρικών αρτηριών, αδένωμα των επινεφριδίων, κλπ. Ο γιατρός θα επιλέξει λίγες «ύποπτες» περιπτώσεις στις οποίες ίσως χρειάζεται ειδική διερεύνηση για την αιτία της υπέρτασης.
Οφέλη θεραπείας

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της υπέρτασης με τη φαρμακευτική θεραπεία εξουδετερώνει πλήρως τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο που οφείλεται στην υπέρταση, μειώνει κατά 2/3 τον κίνδυνο για έμφραγμα της καρδιάς, μειώνει κατά 50% τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, καθυστερεί την εξέλιξη της βλάβης των νεφρών και μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας.

Σε άτομα με υπέρταση που υποβάλλονται σε φαρμακευτική θεραπεία, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος δεν εξαρτάται από την πίεση που είχαν πριν την έναρξη της θεραπείας, αλλά από το πόσο καλή ρύθμιση της πίεσης έχουν επιτύχει.
Για την πλήρη εξουδετέρωση του καρδιαγγειακού κινδύνου από την υπέρταση δεν αρκεί η χορήγηση αντιυπερτασικών φαρμάκων, αλλά είναι απαραίτητη η επίτευξη άριστης ρύθμισης της πίεσης.

Ρύθμιση στην Ελλάδα

Η πρόσφατη επιδημιολογική μελέτη ΕΜΕΝΟ σε 6.000 άτομα σε όλη την Ελλάδα έδειξε ότι περίπου 40% των ενηλίκων έχουν υπέρταση (άνδρες 43%, γυναίκες 37%) και 80% αυτών ηλικίας άνω των 65 ετών (Στεργίου Γ και συν. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής 2021;38:215-23).
Από το σύνολο των υπερτασικών 32% δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από υπέρταση, 3% έχουν διαγνωστεί αλλά δεν παίρνουν θεραπεία και 35% παίρνουν φαρμακευτική θεραπεία αλλά παραμένουν αρρύθμιστοι. Έτσι τελικά μόνο 30% των υπερτασικών ατόμων στην Ελλάδα έχουν επιτύχει καλή ρύθμιση της πίεσής τους με τη θεραπεία

Συμπτώματα

Η αυξημένη πίεση κατά κανόνα δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα. Σε συνθήκες άγχους, εκνευρισμού, συγκίνησης, πονοκεφάλου, ζάλης, κλπ, η πίεση μπορεί να αυξηθεί ακόμα και συστολική πάνω από 180 mmHg.
Η αύξηση αυτή είναι παροδική, δεν συνεπάγεται άμεσο κίνδυνο για εγκεφαλικό ή άλλο επεισόδιο και δεν χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Αν όμως συνοδεύεται από πόνο στο στήθος, ή δυσκολία στην αναπνοή, τότε χρειάζεται άμεση αξιολόγηση από γιατρό.
Μείωση πίεσης χωρίς φάρμακα

Η απώλεια παραπανίσιων κιλών συμβάλλει σημαντικά στη μείωση της πίεσης. Άλλα μέσα είναι (α) η μείωση αλατιού στη διατροφή, (β) μείωση κατανάλωσης αλκοόλ (μέχρι 2 ποτά την ημέρα στους άνδρες και 1 στις γυναίκες), (γ) αύξηση κατανάλωσης φρούτων λαχανικών και γαλακτοκομικών χωρίς λίπη και (δ) τακτική σωματική άσκηση.
Τα παραπάνω είναι χρήσιμα σε όλους τους υπερτασικούς ασθενείς γιατί μπορεί να συμβάλλουν στην αποφυγή των φαρμάκων σε ήπιες περιπτώσεις, στη μείωση των φαρμάκων σε άτομα υπό θεραπεία, αλλά και στη βελτίωση άλλων σημαντικών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου όπως τη χοληστερίνη και το σάκχαρο.
Κανόνες θεραπείας

Τα φάρμακα για την υπέρταση λαμβάνονται καθημερινά, κατά κανόνα το πρωί, αμέσως μετά τη έγερση από το κρεβάτι. Η θεραπεία δεν αλλάζει από μέρα σε μέρα ανάλογα με το τι πίεση μετράτε στο σπίτι. Όταν χρειάζεται αλλαγή της θεραπείας, αυτή καθορίζεται από το γιατρό.
Η πίεση μπορεί να ρυθμιστεί καλά με ένα φάρμακο. Όμως, σε πολλές περιπτώσεις χρειάζονται 2 ή περισσότερα φάρμακα, τα οποία συνήθως δίνονται μαζί το πρωί σε ξεχωριστά χάπια, ή 2 ή και 3 φάρμακα σε ένα χάπι. Ίσως ο γιατρός προτιμήσει ένα από τα φάρμακα να χορηγείται το βράδυ.

Η τακτική που ακολουθείται όταν η πίεση στο σπίτι βρεθεί αυξημένη να λαμβάνεται επιπλέον δόση φαρμάκου, ή όταν βρεθεί χαμηλή να παραλείπεται μια δόση, είναι απόλυτα λανθασμένη και οδηγεί σε άγχος και ταλαιπωρία των ασθενών και τελικά σε αποτυχία ρύθμισης της υπέρτασης.

Τα φάρμακα για την υπέρταση δεν «συνηθίζονται» και δεν υπάρχει λόγος αλλαγής της θεραπείας αν η πίεση είναι καλά ρυθμισμένη και δεν υπάρχουν παρενέργειες.
Κριτήρια ρύθμισης

Η υπέρταση θεωρείται άριστα ρυθμισμένη όταν η αρτηριακή πίεση είναι χαμηλή τόσο στο ιατρείο όσο και εκτός ιατρείου (στο σπίτι ή με 24ωρη καταγραφή της πίεση).
Στο ιατρείο πρέπει να γίνονται 3 μετρήσεις της πίεσης σε κάθε επίσκεψη και ο μέσος όρος της 2ης και 3ης μέτρησης της κάθε επίσκεψης να είναι κάτω από 140/90 mmHg και καλύτερα κάτω από 130/85 mmHg.
Στο σπίτι ο μέσος όρος μετρήσεων 3-7 ημερών (παρακάτω οδηγίες για μετρήσεις στο σπίτι) πρέπει να είναι κάτω από 135/85 mmHg και καλύτερα κάτω από 130/80 mmHg.
Παρακολούθηση στο σπίτι

Χρησιμοποιείστε αυτόματο ηλεκτρονικό πιεσόμετρο που μετράει την πίεση στο μπράτσο και είναι πιστοποιημένο. Πιεσόμετρα καρπού ή με ακουστικά δεν συνιστώνται για το σπίτι. Ενημερωμένοι κατάλογοι με αξιόπιστα πιεσόμετρα υπάρχουν στο διαδικτυακό χώρο www.stridebp.org

Για τη μακροχρόνια παρακολούθηση υπέρτασης υπό θεραπεία συνιστώνται μετρήσεις 1-2 φορές την εβδομάδα ή το μήνα.

Πριν από κάθε επίσκεψη στο γιατρό και αν νομίζετε ότι η πίεσή σας έχει αλλάξει (αυξήθηκε ή μειώθηκε), να γίνονται μετρήσεις της πίεσης για 7 μέρες (όχι λιγότερες από 3 μέρες με τουλάχιστον 12 μετρήσεις), το πρωί πριν τα φάρμακα και το απόγευμα, 2 μετρήσεις κάθε φορά με μεσοδιάστημα 1 λεπτό. Υπολογίζεται ο μέσος όρος όλων των μετρήσεων αφού διαγραφθεί η 1η μέρα.

Μετρήσεις γίνονται μόνο σε συνθήκες ηρεμίας σε καθιστή θέση αφού ξεκουραστείτε για λίγα λεπτά. Περιστασιακές μετρήσεις σε συνθήκες άγχους, πανικού, πονοκεφάλου, κλπ είναι κατά κανόνα παραπλανητικές και πρέπει αν αποφεύγονται.
Πρόληψη κινδύνου

Για την αποτελεσματική πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων δεν αρκεί μόνο η μείωση της πίεσης, αλλά επιβάλλεται η αντιμετώπιση όλων των συνυπαρχόντων παραγόντων που συμβάλλουν στη πρόκλησή τους.

Δραστική μείωση του συνολικού κινδύνου επιτυγχάνεται με την οριστική διακοπή του καπνίσματος, τη μείωση της χοληστερίνης, τη ρύθμιση του σακχάρου, την απώλεια παραπανίσιων κιλών, την υγιεινή διατροφή και την τακτική σωματική άσκηση (30 λεπτά άσκηση μέτριας έντασης 5-7 ημέρες την εβδομάδα, π.χ. γρήγορο περπάτημα).
Μακροχρόνια παρακολούθηση

Στην αρχική περίοδο και μέχρι να επιτευχθεί άριστη ρύθμιση της πίεσης με τη θεραπεία συνήθως χρειάζεται παρακολούθηση από τον γιατρό κάθε λίγες εβδομάδες.
Όταν η πίεση ρυθμιστεί καλά και αν δεν υπάρχουν άλλα σημαντικά προβλήματα, τότε παρακολούθηση ανά 6μηνο συνήθως είναι επαρκής. Αν συνυπάρχουν προβλήματα όπως σακχαρώδης διαβήτης, χοληστερίνη, κάπνισμα, προχωρημένη αρτηριοσκλήρυνση, καρδιοπάθεια, εγκεφαλικό, νεφρική βλάβη, κλπ, τότε χρειάζεται συχνότερη παρακολούθηση κάθε 2-3 μήνες.
Η καλή μακροχρόνια συνεργασία με τον γιατρό και η τακτική παρακολούθηση είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της υπέρτασης και την πρόληψη των καρδιαγγειακών επιπλοκών.

(*) Ο καθηγητής Γ. Σ. ΣΤΕΡΓΙΟΥ είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Διεθνούς Εταιρείας Υπέρτασης, πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης για Τεχνικές Μέτρησης Αρτηριακής Πίεσης και Καρδιαγγειακής Μεταβλητότητας, εκπρόσωπος της Παγκόσμιας Ένωσης για την Υπέρταση (WHL) για Τεχνικές Μέτρησης Αρτηριακής Πίεσης, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Διεθνούς Ένωσης για την Παιδιατρική Υπέρταση (IPHA), μέλος της επιτροπής International Organization for Standardization (ISO) για Τεχνολογία Μέτρησης Αρτηριακής Πίεσης και τέως πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Υπέρτασης.