Η αποτελεσματικότητα για την εισαγωγή στο νοσοκομείο αποτυπώνεται από τρεις διαφορετικές μελέτες.
Στις δύο βασικές ιδιότητες της παραλλαγής Όμικρον, την μεγάλη μεταδοτικότητα και την ανοσιακή διαφυγή που συνδέεται με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, καθώς και στα νεότερα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης σχετικά με την σοβαρή νόσο και τον θάνατο, αναφέρθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου κατά τη σημερινή ενημέρωση για το Εθνικό Σχέδιο εμβολιαστικής κάλυψης για τη νόσο Covid-19.
Η αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης σχετικά με τη μείωση των λοιμώξεων είναι της τάξεως του 50% και “είναι ακριβώς το γεγονός που μας έχει απογοητεύσει που δεν μπορεί το εμβόλιο να κτίσει το τείχος και να σταματήσει την μετάδοση. Όμως το 50% είναι κριτήριο σύμφωνα με τον FDA χαρακτηρισμού ενός εμβολίου ως αποτελεσματικού”, τόνισε η κ. Θεοδωρίδου.
Σύμφωνα με δεδομένα μελέτης από το Ηνωμένο Βασίλειο, η χορήγηση της τρίτης δόσης προλαμβάνει τον θάνατο σε ποσοστό 95%, μετά δύο εβδομάδες, ενώ αντίστοιχα με δύο δόσεις εμβολίου, μετά 25 εβδομάδες, το ποσοστό είναι 59%. Δηλαδή και με την Όμικρον με την 3η δόση επιτυγχάνονται τα ποσοστά που είχαμε με την παραλλαγή Δέλτα, σημείωσε.
Η αποτελεσματικότητα για την εισαγωγή στο νοσοκομείο αποτυπώνεται από τρεις διαφορετικές μελέτες. Η μείωση των εισαγωγών στο νοσοκομείο με δύο δόσεις μετά από 4-6 μήνες είναι της τάξεως του 44 έως 68%, ενώ με τρεις δόσεις η αποτελεσματικότητα κυμαίνεται από 83 έως 90% και μάλιστα με διάρκεια πέραν των τριών μηνών.
Ο ρόλος της ενισχυτικής δόσης είναι διπλός, υπογράμμισε η κ. Θεοδωρίδου. Αύξηση της χημικής ανοσίας και ταυτόχρονα των Β και Τ λεμφοκυττάρων που εκπροσωπούν την κυτταρική ανοσία, η οποία για την παραλλαγή ‘Ομικρον είναι σημαντική, καθώς προστατεύει από σοβαρή νόσο. Χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού έχουν αυξημένο αριθμό κρουσμάτων, αλλά χαμηλό αριθμό σοβαρών λοιμώξεων, ενώ αντίθετα στην Αμερική με χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού έχουν αυξημένο αριθμό εισαγωγών στο νοσοκομείο.
Η κ. Θεοδωρίδου αναφέρθηκε και στην χορήγηση 4ης δόσης εμβολίου, τονίζοντας ότι οι επιστήμονες διεθνώς είναι σκεπτικοί για το ενδεχόμενο χορήγησης τέταρτης δόσης. Σημείωσε ότι το Ισραήλ άρχισε τη χορήγηση 4ης δόσης και διαπίστωσαν ότι μειώνεται ο αριθμός των κρουσμάτων, κάτι αναμενόμενο, αλλά αποτελέσματα για την πρόληψη σοβαρών λοιμώξεων και θανάτων θα δούμε το επόμενο διάστημα.
Ο ΠΟΥ αναφέρει ότι αύξηση των δόσεων των αρχικών εμβολίων δεν θα αποτελέσει τη λύση για την αναστολή της ανάδειξης νέων στελεχών. Το μεγάλο στοίχημα, τόνισε, είναι η παρασκευή εμβολίων που θα σταματούν την μετάδοση του ιού και θα έχουν ευρεία και μακρά προστασία.
Οσο τα παγκόσμια ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν χαμηλά δεν επιτρέπεται εφησυχασμός για την απομάκρυνση της επιδημίας τόνισε η κ. Θεοδωρίδου.
Αναφέρθηκε, τέλος, στο σύνδρομο long-covid, το οποίο έχει συγκεντρώσει την ανησυχία και το ενδιαφέρον των επιστημόνων κι όπου σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα ο εμβολιασμός μειώνει τις πιθανότητες εμφανισής του. Το σύνδρομο μετά-covid, όπως είπε, είναι άγνωστης παθογένειας που πιθανόν να οφείλεται σε μία φλεγμονώδη αντίδραση του ατόμου και εμφανίζεται τουλάχιστον 4 εβδομάδες μετά την λοίμωξη, με συμπτώματα κόπωσης, δυσκολία στην αναπνοή, απώλεια όσφρησης, γεύσης, διαταραχή νοητικών λειτουργιών.
Δεδομένα από την Βρετανία με αυτοαναφορές κατέγραψαν 1.266.000 άτομα με συμπτωματολογία σαν του long-covid. Βρέθηκε ότι σε ποσοστό 3 έως 12% υπήρχαν άτομα με συμπτώματα μετά από 12 εβδομάδες.
Φαίνεται από την καταγραφή στην Αγγλία ότι άτομα που έχουν εμβολιαστεί με δύο δόσεις έχουν κατά 50% μικρότερη πιθανότητα να παρουσιάσουν αυτό το σύνδρομο.