Οι πολλές ώρες ύπνου, αλλά και οι λίγες συμβάλουν στην αύξηση του σωματικού βάρους και συνδέεται με περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης παχυσαρκίας στο μέλλον, δείχνει βρετανική επιστημονική μελέτη.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, τα άτομα που έχουν γενετική προδιάθεση να γίνουν παχύσαρκα τείνουν να έχουν μεγαλύτερο σωματικό βάρος εάν δεν κοιμούνται τις συνιστώμενες 7-9 ώρες κάθε βράδυ και μάλιστα ασχέτως διατροφής, γενικότερης υγείας ή κοινωνικών και δημογραφικών παραγόντων.
Οι ερευνητές μελέτησαν την επίδραση του σύντομου ύπνου (κάτω από 7 ώρες) αλλά και του υπερβολικού ύπνου (πάνω από 9 ώρες) στο βάρος σε δείγμα σχεδόν 120.000 ανθρώπων, λαμβάνοντας υπόψη εάν οι συμμετέχοντες κοιμούνται το μεσημέρι ή εάν εργάζονται σε κυλιόμενες βάρδιες.
Διαπίστωσαν ότι στα άτομα με γενετική προδιάθεση για παχυσαρκία τόσο ο πολύς όσο και ο λίγος ύπνος αυξάνουν τις πιθανότητες υπερβολικής αύξησης του βάρους συγκριτικά με ανθρώπους που κοιμούνται 7 έως 9 ώρες κάθε βράδυ. Όσοι κοιμούνται πολύ φάνηκε πως ήταν περίπου κατά 4 κιλά βαρύτεροι, ενώ όσοι κοιμούνται πολύ λίγο ήταν κατά 2 κιλά βαρύτεροι σε σχέση με ανθρώπους που διατρέχουν –λόγω γενετικού υπόβαθρου– τον ίδιο κίνδυνο παχυσαρκίας αλλά κοιμούνται κανονικά, αναφέρει η σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση American Journal of Clinical Nutrition.
Ο ύπνος κατά τη διάρκεια της ημέρας (π.χ. το μεσημέρι) και η εργασία σε εναλλασσόμενες βάρδιες αναδείχθηκαν επίσης σε παράγοντες κινδύνου για την παχυσαρκία.
Όσο για τους ανθρώπους που ανήκουν στην ομάδα χαμηλού κινδύνου για παχυσαρκία βάσει κληρονομικών παραγόντων, οι ερευνητές εντόπισαν την ίδια συσχέτιση ανάμεσα στη διάρκεια του ύπνου και το σωματικό βάρος, ωστόσο η επίδραση φάνηκε να είναι πολύ πιο ήπια.