Αναγκαίες οι επενδύσεις σε υγειονομικό προσωπικό, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.
Η πανδημία της Covid-19 «αποκάλυψε ελλείψεις στο υγειονομικό προσωπικό» που υπήρχαν ήδη «σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες», σύμφωνα με έκθεση που δημοσιοποίησε σήμερα ο ΟΟΣΑ.
Καθώς το δεύτερο επιδημιολογικό κύμα ξεσπάει στη Γηραιά Ήπειρο, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης αντλεί διδάγματα από το πρώτο στο ετήσιο «πανόραμά» του για την υγεία.
Ένα από αυτά, πως τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας πρέπει «να αναπτυχθούν προκειμένου να ανταποκρίνονται καλύτερα σε κορυφώσεις ζήτησης».
Για τις νοσοκομειακές κλίνες, οι «ευέλικτες λύσεις» που εφαρμόστηκαν από πολλές χώρες από την άνοιξη (συμβατικές κλίνες που μετατράπηκαν σε κλίνες εντατικής θεραπείας, νοσοκομεία εκστρατείας, διακομιδές ασθενών) προτιμήθηκαν μάλλον παρά «μόνιμες αυξήσεις που θα ήταν πολυδάπανες».
«Η έλλειψη υγειονομικού προσωπικού ήταν ωστόσο ένας πιο ισχυρός περιορισμός», γιατί «η εκπαίδευση προσοντούχων υγειονομικών απαιτεί περισσότερο χρόνο από τη δημιουργία προσωρινών ικανοτήτων», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Προκειμένου να αναπληρωθεί βραχυπρόθεσμα η έλλειψη αυτή, προτείνεται «η κινητοποίηση επιπλέον δυναμικού» μέσω «εφεδρικών καταλόγων», με τη Γαλλία να αναφέρεται ως παράδειγμα σε αυτό το σημείο.
Όμως αυτό δεν θα απαλλάξει τα κράτη από την υποχρέωση να «επενδύσουν περισσότερα στο υγειονομικό προσωπικό τους», το οποίο η υγειονομική κρίση υπέβαλε σε «οριακές πιέσεις».
Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει εξάλλου πως οι χώρες «που τα κατάφεραν καλύτερα από τις άλλες να περιορίσουν τη μετάδοση», όπως η Νορβηγία και η Φινλανδία «ήταν καλύτερα προετοιμασμένες», με μια «αποτελεσματική στρατηγική ιχνηλάτησης, παρακολούθησης ασθενών και εντοπισμού επαφών».
Καλεί ως εκ τούτου τις κυβερνήσεις να «ορίσουν στρατηγικές που επιτρέπουν η επανάληψη της οικονομικής δραστηριότητας να τύχει μιας ορθής διαχείρισης προκειμένου να μην υπάρξουν άλλα λοκντάουν».